Φωνή της Κορινθίας

29.05.2008

Οι Νέοι και τα «Ρήματα» της Εποχής…

]Έως ώρας, η γνώση για τον άνθρωπο προσδιορίστηκε πάνω στα στηρίγματα μιας αναφερόμενης «νεοφιλοσοφίας». Όμως, η φιλοσοφία αυτού του είδους δεν μας έχει δώσει δείγματα βιολογικής οργανικότητας για την παιδαγωγική και κοινωνική πορεία του ανθρώπου. Προσδιορίζει ακαθόριστες δρομολογήσεις, που μένουν ως σημαίνον στίγμα μέσα στην σκέψη του ανθρώπου. Και αν αυτό το στίγμα το τροφοδοτήσει ο άνθρωπος, αναπτύσσει μέσα του μια απροσδιόριστη προσμέτρηση διαδρομικών λύσεων, που ως κατάληξη, έχουν αφηρημένες εννοιολογήσεις, που δημιουργούν στην σπλαχνική του κατάσταση ψευδαισθήσεις. Διότι, η βιοπορεία του ανθρώπου είναι ένα «sίγμα» (Ψυχή) που τον καλεί κάθε μέρα να διαδραματίζει εργασιακές κινήσεις προς απόδοση και όχι νεοφιλοσοφικές σπερματώσεις που παράγουν οκνηρία. Και η οκνηρία, με την σειρά της, δημιουργεί όλα αυτά που βλέπουμε καθημερινά: ενδόμυχες αντιδράσεις δραστικών επιθυμιών. Και τις δραστικές επιθυμίες, αν έχει αναπτυχθεί η πολυμορφική αντίληψή μας, τις βλέπουμε κάθε μέρα με τα γεγονότα που αναφέρονται. Όταν λέω «γεγονότα», σε αυτά συμπεριλαμβάνω, από την αρχή ενός ψέμματος έως και την εκτέλεση των ουσιαστικών επιθυμητών μας γεγονότων. Γι’ αυτό και θα προσπαθήσω εδώ να σας αναπτύξω ένα από τα πολλά θέματα που αφορούν την ζωή του ανθρώπου στην Γη, που διαμόρφωσε μια διάσταση μεταξύ των μεγάλων και των νέων ανθρώπων.

Το ερώτημα που τίθεται και που θα απαντήσω εδώ είναι, γιατί οι νέοι σήμερα παρουσιάζονται, σύμφωνα με κάποιους, πάρα πολλούς, αδιάφοροι για τις κοινωνικές δραστηριότητες που παρουσιάζουν κάποια παραδοσιακή σχέση, όπως η πολιτική και άλλα φαινομενικά κοσμοκοινωνικά, και γιατί οι μεγαλύτεροι τούς τοποθετούν ως κατώτερης κοινωνικής δραστηριότητας και τους ονομάζουν «απαθείς». Το θέμα αυτό θα το αναπτύξω περιληπτικά, διότι είναι πολύ μεγάλο στην ανάπτυξη των μύριων λεπτομεριών του, καθώς αφορά κοινωνιολογική δραστηριότητα και ψυχολογική διαταραχή, τομείς οι οποίοι χρίζουν πολυμορφικών αντιλήψεων για να γίνουν ουσιαστικά κατανοητοί.

Για να αναλύσουμε το θέμα αυτό, θα πρέπει οπωσδήποτε να εισέλθουμε στα βιολογικά και ψυχολογικά κίνητρα της κάθε γενιάς, τα οποία διαμόρφωναν και οδηγούσαν τους ανθρώπους να λειτουργήσουν και να αφομοιωθούν στα παραστατικά εκείνα που κάποιοι τους επέβαλαν και οι ίδιοι τα αποδέχτηκαν, προκειμένου να έχουν πρόσβαση σε αυτούς τους όποιους. Διότι, ας μην ξεχνάμε ότι ο άνθρωπος στην Γη, και στα ενδιάμεσα σύμπαντα γενικότερα, οργανικά είναι ελλιπής. Έτσι, θα μεταφερθούμε πριν από την γενιά που σήμερα διοικεί τον κόσμο, για να δούμε και την προηγούμενη γενιά πώς λειτουργούσε. Εκεί παρατηρώ το εξής: η προηγούμενη γενιά είχε πάρει κάποιες, θα μπορούσα να πω, επιβολές από τους προ-προηγούμενους και εκείνοι από τους προγόνους τους, που τις είχαν αποδεχτεί. Αυτό συνέβη διότι οι κοινωνίες των χωρών τότε βρίσκονταν κάπως διαφορετικά. Το διαφορετικό είναι ότι είχαν όλοι ένα κοινό αίσθημα: το πώς να προχωρήσουν και να ξεπεράσουν ο ένας τον άλλον, για να φτάσουν σε ένα επίπεδο, ώστε να μπορούν κι αυτοί να γίνουν νικητές και καθοδηγητές των άλλων ανθρώπων. Έτσι η γενιά που προήλθε από αυτούς παρουσίαζε μια σύμμεικτη κατάσταση: από το ένα μέρος ήταν οι επιβολές από τις επιρροές που είχαν από τους δικούς τους, τις οποίες θέσπισαν, εν πρώτοις, φαινομενικά· αλλά το φαινομενικό γίνεται και ουσιαστικό σιγά-σιγά, αρκεί να δεσμευτεί το άτομο σε αυτή την πολλαπλασιαστέα αναφορά. Από την άλλη, δημιουργημένοι καθώς ήταν δεσμευτικά στα προηγούμενα των προηγουμένων, μπήκαν σε ένα συνειρμό ανταγωνιστικότητας και επιρροής. Άλλος με μέσον την περιουσία, άλλος με μέσον την πολιτική και ούτω καθ’εξής.

Έτσι, φθάσαμε στο σημείο όπου, σήμερα, οι άνθρωποι της προηγούμενης γενιάς ήλθαν σε μια κάποια ηλικία έχοντας θεσπίσει κάποιους «έννομους» στόχους, όχι εκείνους που εσωστρεφικά είχαν κρύψει μέσα τους και προσπαθούσαν κρυφά να πραγματώσουν -και όλοι ξέρουμε ποιοι είναι αυτοί οι στόχοι- και θέλουν τώρα οπωσδήποτε οι σημερινοί νέοι να αποδεχθούν τους κανόνες της αυταρχικής επιθυμίας των προηγούμενων ως «κοινωνική επιθυμία δραστηριότητας και κατάκτησης».

Έτσι, ενώ η κοινωνική κατάσταση σήμερα διαφοροποιήθηκε κάπως από την προηγούμενη, εντούτοις οι παρορμητικές ορμητικότητες των απαιτήσεων των μεγάλων προς την νέα γενιά είναι σχεδόν ίδιες. Αυτή η παρορμητική ορμητικότητα των προηγούμενων δημιούργησε οπωσδήποτε μία σκιαγραφία μέσα στους νέους. Σε αυτό θα πρέπει να προσθέσουμε το γεγονός ότι, για να έρθει ένας άνθρωπος εδώ στη Γη, που ανήκει στο Ενδιάμεσο σύμπαν, περνάει μέσα από πάρα πολλές πιέσεις. Αρχίζει από την σπερματική πίεση, περνά στην εποχή της τροφοδοσιακής κατάστασης της οργανικής ύλης, που την ετοιμάζει ο γυναικείος οργανισμός, μέχρι που να καταλήξει να βγει νεογνό. Αλλά και το νεογνό, περνάει στην ζωή ως άγνωστος των πραγμάτων, ως νεόφερτος από κάπου αλλού, που δεν έχει ούτε νόηση για εδώ, αλλά ούτε και ζήτηση να παρουσιάσει τον εαυτό του. Έχει μόνο μία αδύναμη κραυγή, με την οποία ζητάει να φάει ή να εκδηλώσει οποιαδήποτε αναγκαιότητα του σώματός του. Τίποτε άλλο. Όλα τα άλλα κοιτάζουν να του τα περάσουν μέσα του οι ήδη υπάρχοντες εδώ. Χωρίς, όμως, να συναισθάνονται την θέση του, χωρίς να σκέφτονται ότι αυτό είναι μωρό και περνάει μεγάλες καταστάσεις. Βλέπετε, τα δικά τους δεν τα θυμούνται. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να το διαμορφώσουν ακριβώς όπως θέλουν αυτοί. Γι’ αυτό και λένε «τίνος μοιάζει το παιδί;» «εμένα της μάνας ή του πατέρα μοιάζει». Ήδη από εκείνη τη στιγμή κάνει την παρουσία της η μεγάλη σύγκρουση μεταξύ των δύο γονιών. Αυτή η σύγκρουση εκπέμπει τις συχνότητές της μέσα στο νεογνό. Και το νεογνό βρίσκεται αδύναμο να αντιμετωπίσει το οτιδήποτε, παρά μόνο, όταν πονάει, φωνάζει, μήπως το βοηθήσει κάποιος. Παρατηρούμε ότι μόνο με τη φωνή της διαμαρτυρίας αναζητάει να προστατευτεί και να μεγαλώσει. Και η φωνή της διαμαρτυρίας αυτής δεν είναι φωνή απλή, είναι κλάμα. Και, το κλάμα, ξέρουμε ότι έρχεται πάντοτε μέσα από μία κατάσταση η οποία συγκλόνισε, συντάραξε και συνταράσσει το σπλαχνικό σύστημα.

Ερχόμαστε, λοιπόν, στην σημερινή εποχή και στην νέα γενιά που ήλθε, η οποία πέρασε κάποια επίπεδα παρόμοια με των προηγούμενων. Αυτά, όμως, διαφέρουν στο γεγονός του χρόνου, της εποχής. Κάθε εποχή φέρνει μια διαφοροποίηση στη μορφή της ως λειτουργικός κανόνας καθοδήγησης της ζωής εδώ. Η διαφοροποίηση της εποχής δείχνει την διαφοροποίηση της Φύσης. Διαφοροποιείται, εκτός των άλλων, και η προσφορά της Φύσης μέσα στον άνθρωπο. Εκεί επάνω το κάθε άτομο έχει να αντιμετωπίσει μια διαφορετική κατάσταση.

Ερχόμαστε όμως στην συγγενική τάξη του καθενός, που φαίνεται ξεκάθαρα: η προηγούμενη γενιά έμαθε, κατά το πλείστον, να λειτουργεί κάποια πράγματα: το πώς να κερδίζει χρήματα, το πώς να λέει ψέμματα, το πώς να επενεργεί για να επηρεάζει τους άλλους. Τι γίνεται, όμως, πάνω σε αυτό; Ας πάρουμε μόνο το ψέμμα. Το ψέμμα κάνει μια εκπομπή, η οποία επενεργεί μέσα στον άνθρωπο ως μοριακή διαταραχή, αλλά και στο νεογνό, και του διαμορφώνει διαστρεβλωτική επίθεση πάνω στην κραδασμική του λειτουργικότητα. Η κραδασμική λειτουργικότητα συμβάλλει στην εναρμόνιση της συνεργασίας μεταξύ των αδένων και αυτοί, ταυτοχρόνως, αποδίδουν εκείνο που χρειάζεται στον εγκέφαλο και το άτομο αρχίζει μέσω του εγκεφάλου να καλλιεργείται για να αναπτύξει μια αντίληψη μέσα στα πράγματα. Όμως, όταν αρχίζουμε με το ψέμμα, αμέσως διαμορφώνουμε διαθλαστικές καταστάσεις στο κυκλοφορικό του νεογνού και το χονδροποιούμε. Που σημαίνει ότι το διαμορφώνουμε πάνω στην χονδροειδή κραδασμική κατάσταση του ψέμματος, το οποίο είναι παρασιτικό για τον οργανισμό. Διότι, μη μου πείτε ότι το ψέμμα δεν είναι παρασιτικό. Και ας μην μας αναφέρουν για τα λεγόμενα «κατά συνθήκη ψεύδη». Τα κατά συνθήκη ψεύδη υποτίθεται ότι υπηρετούν την προσπάθεια να μην κάνεις κακό. Όχι να κάνεις κακό και να το λες «κατά συνθήκη ψεύδος». Είναι κατά συνθήκη φιλαρέσκεια, απολύτως επιθυμητή και σύμφωνη με τον κανόνα του αποκτάν, του κερδίζειν, του κατακτάν και του υποτάσσειν.

Αυτά όλα διαμορφώνουν μια κοσμικότητα στην κάθε γενιά. Η κοσμικότητα αυτή, όταν περνάει και δεσμεύει θεσπίσματα μέσα στον άνθρωπο, τον κάνει να βρίσκεται σε μια διαθλαστική σκέψη και δεν μπορεί να σκεφτεί αν πράγματι υπάρχει κοινωνικότητα – υποθέτω ότι καταλαβαίνετε τι σημαίνει «κοινωνικότητα», παρ’όλο που δεν βλέπω κανέναν κοινωνικό, την στιγμή, μάλιστα, που όλοι μιλούν για «κοινωνικό». Κοινωνικός είναι εκείνος που αποδέχεται τον άλλον όπως είναι και κοιτάζει, αν μπορεί, να τον βοηθήσει ή όχι. Οι γονείς προς τα παιδιά έχουν απόλυτη υποχρέωση να δείξουν την κοινωνικότητα αυτή, να αποδεχτούν τα παιδιά τους και να τα φροντίσουν. Όχι να τα κατευθύνουν όπως θέλουν εκείνοι, για να ικανοποιηθούν στο λέγειν, δηλαδή στις αναφορές τους προς τους άλλους ότι «εγώ το σπούδασα, εγώ το προίκισα, εγώ το πάντρεψα…». Αυτά τα πράγματα πρέπει να απορριφθούν από τις αναφορές της ουσιαστικής κοινωνικότητας. Διότι δημιουργούν διαθλαστικές σχέσεις στην εγκεφαλική προσάρμοση που το άτομο χρειάζεται, προκειμένου να αναπτυχθεί η ενορατική του αντίληψη και να προχωρήσει βλέποντας και διαχωρίζοντας τα θετικά από τα αρνητικά, τα παράλογα από τα ορθά.

Φτάνουμε, λοιπόν, σήμερα στο σημείο να δούμε ότι αυτά που είχε θεσπίσει, υιοθετήσει, δεσμεύσει μέσα της η προηγούμενη γενιά, θέλει να τα θεσπίσει, να τα υιοθετήσει, να τα δεσμεύσει και η επόμενη. Αλλά, όχι εκείνα τα κρυφά που έκαναν. Εκείνα απαγορεύεται! Θέλουν η νέα γενιά να υπακούσει στις εξωτερικές επιταγές της προηγούμενης: «να διαβάζεις», «να φέρεσαι έτσι», «θα πας εκεί και θα κάνεις αυτό», «να μην κάνεις το άλλο». Και, βέβαια, τα κρυφά των προηγουμένων είναι προσωπικά δικαιώματα και δεδομένα και απαγορεύεται να τους τα θίγουμε. Τα των παιδιών, όμως, θα πρέπει να φαίνονται όλα. Ταυτοχρόνως, οι μεγαλύτεροι θέλουν να επιβάλλουν την καθοδήγησή τους στους μικρότερους, σύμφωνα με την δική τους αντίληψη. Και δεν καταλαβαίνουν πως, ό,τι συμβαίνει σήμερα, είναι το αποτέλεσμα ή, μάλλον, το παράγωγο του χθες. Κι έτσι, από την μια έχουν την επιθυμία τα παιδιά να έχουν απόλυτη προσάρμοση και δέσμευση στις δικές τους «αρετές» και απαιτήσεις, κι από την άλλη, εκείνοι να κρυφολογούν μέσα τους και να διαμορφώνουν θεματολογικές επιθυμίες, που, αμέσως μόλις βρουν την ευκαιρία, να τις εκπληρώσουν, να τις απολαύσουν.

Όλα αυτά διαμορφώνουν μια διάσπαση των κοινωνιών. Και τα νέα παιδιά μεγαλώνουν μέσα στις παραδόσεις των προηγούμενων. Αν αυτές ήταν αξιόλογες, τότε τα παιδιά θα τις έπαιρναν και θα προχωρούσαν. Όπως ακριβώς γίνεται και στο σχολείο: Βγάζεις τη μια τάξη και μετά προχωράς για τις επόμενες και ούτω καθ’εξής. Έτσι και τα σημερινά νέα παιδιά θέλουν να πάνε πιο πέρα. Αλλά το «πιο πέρα» έχει μείνει στην μορφή που του έδωσαν οι περασμένες γενιές. Εκεί επάνω, το νέο άτομο, βάσει του περάσματος που έκανε, βάσει των ενδόμυχων εσωτερικών στοιχείων που δέχθηκε από τους γονείς του και από όλη την κοινωνία με τους «οδηγητές» της, βάσει των γεγονότων που όλοι αυτοί διαμόρφωσαν (πόλεμοι, εκμετάλλευση, υποταγή των άλλων), βάσει της επιτακτικής υποταγής που οι προηγούμενοι επιθυμούν να τους επιβάλλουν, αλλά και βάσει της νεαρής ηλικίας τους, οι νέοι, επιθυμούν να ανοιχθούν διαφορετικά μέσα στην ζωή, και να μπορούν να περπατούν και να αισθάνονται ότι κάτι μπορούν να κάνουν για να προχωρήσουν πιο πέρα. Το «πιο πέρα» που χρειάζεται ο νέος δεν είναι να τον καθηλώσεις στο πριν. Είναι να του ανοίξεις ένα δρόμο για να βρει ενδιαφέροντα για το μέλλον. Το μέλλον δεν είναι μόνο το εδώ. Είναι και το νόημα για το μετά από εδώ. Έτσι, όταν για το μετά δεν βλέπει τίποτε, παρά μόνο μια σκοτεινή κορδέλα μπροστά του, δεν είναι φυσικό να έρθει σε συλλογισμούς απομόνωσης και απομάκρυνσης από τον μεγαλύτερο, που δεν του ανοίγει τον δρόμο για να σκεφτεί, όχι μόνο το τώρα, αλλά και το μετά; Βλέπει για παράδειγμα τα κατορθώματα, τις ευρέσεις που κάνουν οι διάφοροι και περιμένουν κάποιο καλό αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα έρχεται, το καλό όμως δεν υπάρχει. Τελικά, το μόνο που κάνουν οι προηγούμενοι από αυτόν είναι να δημιουργούν διάφορα μορφοδιασκεδαστικά πράγματα, τα οποία τον κολλούν, πού; Στην αφή, πάλι. Η αφή έχει κυριαρχήσει τον άνθρωπο. Έχει κυριαρχήσει και τις προηγούμενες γενιές με έναν τέτοιο τρόπο, που αυτοί να έχουν απαιτήσεις από την επόμενη γενιά. Δεν κυριάρχησε ως μία λειτουργική σχέση του ατόμου με τον εαυτό του και με τους άλλους. Λειτούργησε σαν μία ενδόμυχη επιταχυνόμενη επιθυμία να κυριαρχήσει πάνω στον νεότερο.

Όλα αυτά κάνουν τις εκπομπές τους στον χώρο και ο κάθε νέος τα «συλλαμβάνει» στην επιδερμική του λεπτότητα. Και, βάσει της ασυνείδητης κυριαρχίας που υπάρχει στα Ενδιάμεσα σύμπαντα, αυτή έρχεται και του προσδίδει μια αφύπνιση, να μην δεχθεί την επιρροή των προηγούμενων ως μια υποτακτική κατάσταση, να την δεχθεί μόνον ως συνεργασία. Και, αφού δεν του παρέχεται κοινωνική αναγνώριση, ο νέος στρέφεται προς άλλες κατευθύνσεις.

Διαμαρτύρονται σήμερα πολλοί για την αδιαφορία των νέων ως προς την πολιτική. Όμως, ας αναλογιστούν καλύτερα πόσα χρόνια ιστορίας υπάρχουν γεμάτα με τις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις των πολιτικών για προσφορές προς τις κοινωνίες; Πώς να ενδιαφερθούν, λοιπόν, οι νέοι, όταν, από όσα άκουσαν, δεν πραγματοποιήθηκε σχεδόν τίποτε; Όταν το μόνο που κυριαρχεί είναι οι κρυφές ανάγκες των προηγούμενων, οι επιτακτικές τους υποδείξεις και τίποτε άλλο. Εδώ, βλέπουμε ότι η κάθε εποχή έχει την ιδιότητα, όταν αλλάζει, να αφήνει πίσω τις αρρώστιες της…

Όταν οι άνθρωποι που επηρεάζουν και διοικούν τις κοινωνίες είναι οπισθοδρομικοί και δεν έχουν συναίσθημα κοινωνικής επέκτασης και προώθησης προς τα εμπρός με τους νέους, τότε οι νέοι, ως άτομα κι αυτοί και ως νεοκινηθέντες μέσα στη νέα ζωή που τους ανοίγεται, βρίσκονται σε μια δυσαρέσκεια. Αυτή η δυσαρέσκεια τούς κάνει να αδιαφορούν. Δεν πρόκειται περί «αναισθησίας», όπως λένε κάποιοι. Οι νέοι δεν είναι αναίσθητοι. Αλλά αισθάνονται ότι οι μεγαλύτεροι τους έχουν αδιαφορήσει. Και εκεί επάνω, εφόσον τους αδιαφόρησαν οι μεγαλύτεροι, κοιτάζουν πώς θα προχωρήσουν πιο πέρα ή, ακόμα, στους αντίποδες, κοιτάζουν να συντομεύουν τη ζωή τους! Και αυτό είναι το τραγικό. Εάν αυτή τη στιγμή υπάρχει αυτή η μεγάλη πυρηνική «αρρώστια» του θανατηφόρου εθισμού, που προσπαθεί να χτυπάει τους νέους -και μη μου πείτε ότι δεν το ξέρετε, το ξέρετε όλοι πολύ καλά- είναι διότι αισθάνονται μέσα τους ενδόμυχα ως εξής: «όλα αυτά γύρω μας είναι δημιουργήματα των μεγαλυτέρων, με σκοπό να μας χτυπήσουν. Γι’ αυτό κι εμείς αποφασίζουμε να πάρουμε τον δρόμο μας και να εξαφανιστούμε»!… Σε αυτό το σημείο τους φέρνει η συμπεριφορά των προηγούμενων και των προ-προηγούμενων γενεών…

Η διαφορά της σημερινής νέας γενιάς από την αντίδραση της προηγούμενης είναι ότι σήμερα είναι πολύ περισσότερα τα τρωτά. Ένα από τα σπουδαιότερα είναι ότι οι σημερινοί ενήλικες θέλουν να επιβάλλουν τις αρέσκειές τους στην νέα γενιά. Όμως η νέα γενιά δεν υποτάσσεται εύκολα. Οι νέοι δοκιμάζουν εκείνα που τους δείχνουν οι προηγούμενοι. Αλλά εάν βρουν εκεί επάνω μια διασπαστική υποσχετικότητα χωρίς αντίκρισμα, θα απομακρυνθούν, θα τα παρατήσουν. Άλλωστε, πώς μπορούν τα σπλάχνα σου να διατηρηθούν σε μια μεταξύ τους συνεργασία, όταν δέχεσαι διαρκώς τις διαταραχτικές επιθετικότητες των άλλων; Μάθετέ το, η σημερινή εποχή διαμορφώνει στους νέους επιδερμικά που δεν τους επιτρέπουν να υποταχθούν εύκολα στους προηγούμενους. Παράλληλα, οι προηγούμενοι και οι προ-προηγούμενοι επιμένουν να επιβάλλουν τις δικές τους επιθυμητικές αρέσκειες πάνω στους νέους, αδιαφορώντας ή μην γνωρίζοντας τα αποτελέσματα αυτών των επιθυμιών τους. Διότι, οι επιθυμίες δεν είναι μονολεκτικές. Έχουν πολλά παράγωγα. Και τα παράγωγα αυτά τα βλέπουμε ως θλιβερά αποτελέσματα σε πάρα πολλούς νέους…

Από την άλλη, οι σημερινοί νέοι αναζητούν μια «εσωτερική συγγένευση». Και όταν δεν την βρίσκουν, φεύγουν. Αυτό είναι ένα γεγονός που το παρουσιάζει και η ίδια η Φύση. Η οργανοποιημένη Φύση είναι έτσι τεχνολογημένη που δεν θέλει το άτομο να βρίσκεται συνεχώς στην ίδια μορφοκίνηση. Η Φύση, αλλά και τα πάντα, δεν έχουν το δικαίωμα να γερνούν καθήμενοι. Τα πάντα πρέπει να προχωρούν, να μαθαίνουν. Είναι τόσο άπειρες οι εν αναμονή συλλογιστικές σκέψεις της Φύσης, που, ο άνθρωπος, ως «κατοικίδιο» της Γης που έγινε, θα πρέπει να προχωρεί αδιάκοπα, ώστε να μπορεί να κάνει εκείνο που πρέπει. Να προχωρά μαθαίνοντας από τα λάθη του. Οι αρχαίοι μας πρόγονοι το είχαν αντιληφθεί· γι’ αυτό και έλεγαν «το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού». Δηλαδή, αφού διαπιστώσεις το λάθος σου, αμέσως θα πρέπει να μετακινηθείς από αυτό, να προχωρήσεις. Οι άνθρωποι, όμως, σήμερα, ενώ έκαναν τα λάθη τους, τα είδαν, τα ξαναέκαναν, τα ξαναείδαν και πάλι δεν θέλουν να μετακινηθούν προς τα εμπρός. Κοιτούν πάντοτε προς τα πίσω.

Ακούμε συχνά να αναφέρονται πολλοί στα λόγια του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη και άλλων παλαιών. Όμως, ενώ άκουσαν τα λόγια εκείνων, οι ίδιοι τι έπραξαν για να ξεφύγουν από αυτήν την λασποζάλη των σκεπτικών που τους καθήλωσαν στα επιδερμικά τους; Και τα επιδερμικά δεν είναι μόνο οι σχέσεις με το άλλο φύλο. Είναι όλα εκείνα στα οποία ανατρέχεις για να αποκτήσεις, να απολαύσεις, να υποτάξεις και, μετά, ποιείς «ανθολογίαν»…

Εκείνο που θα ήθελα να πω στους νέους είναι το εξής: όλα τα γεγονότα και τα δημιουργήματα των προηγουμένων μπορούν να μας σπουδάσουν, ώστε να αποκτήσουμε μια ουσιαστική αντίληψη για την ζωή στην Γη. Ο πλανήτης αυτός -όπως και όλο το Ενδιάμεσο σύμπαν- είναι ένας χώρος στον οποίον έρχεσαι, θα περάσεις πιέσεις, αλλά τις πιέσεις θα τις πάρεις ως σπουδή για το πώς πραγματικά είναι οι άνθρωποι. Και, όταν θα ακούς «αγαπάμε» «προσφέρουμε» και άλλες παρόμοιες «κοινωνιολογικότατες» εκφράσεις, θα κρατάς μικρά καλάθια. Με αυτόν μόνο τον τρόπο το κάθε άτομο μαθαίνει να είναι υπεύθυνο για τον εαυτό του, και να αξιολογήσει την ευκαιρία που του δίδεται να εξελιχθεί, ώστε, φεύγοντας από εδώ, να μεταβεί σε ένα φωτεινό πλανητικό σύστημα, που να έχει ζωή κοινωνικότατης αλληλεγγύης και αλληλοσεβασμού. Και σας διαβεβαιώ ότι υπάρχουν πάρα πολλοί τέτοιοι χώροι στα σύμπαντα…

Όσον αφορά το σήμερα, ο νέος θα πρέπει να διεκπεραιώσει όλα εκείνα που είναι υποχρεωτικά, όπως ο στρατιώτης ή όπως ο μαθητής που ακολουθεί αναγκαστικά το πρόγραμμα που του υποδεικνύουν, για να πάρει την υπογραφή της έγκρισής τους, και μετά φεύγει, προχωρά για όπου θέλει. Όταν έχεις έλθει στο Ενδιάμεσο σύμπαν είναι αναγκαίο να μπορέσεις να προσαρμόσεις την κατεύθυνσή σου προς τα άνω και όχι προς τα κάτω. Διότι όσοι δεσμεύονται με επιδερμικότητες στη Γη, δυστυχώς, το βαρομετρικό της επιδερμικότητας θα τους κατεβάσει προς τα κάτω…

Ο άνθρωπος, εδώ στην Γη που ήρθε, ήρθε για να νικήσει, όχι να θρέφει ψευδαισθητικές ελπίδες, που τον θέτουν σε οκνηρία. Ήλθε για να θέτει στόχους. Μόνον έτσι θα μπορέσει να προχωρήσει. Διότι, όσα και αν κερδίζεις εδώ στην Γη, όποιος και νά ‘σαι, δεν εξασφαλίζεις τίποτε για το μετά από εδώ. Ακόμη κι αν είσαι αυτό που λένε «πλανητάρχης». Αν ήξεραν που πάει μετά αυτός ο πλανητάρχηςΙ Και όλα αυτά για τις «χώρες των αγγέλων» είναι για να κοροϊδεύουν, όχι μόνον τους άλλους, αλλά και τον ίδιο τους τον εαυτό. Δεν υπάρχει κανένα καλό επίπεδο ζωής που να σε δεχτεί, όταν φύγεις από εδώ, έστω και αν έχεις πει μόνο δέκα ψέματα που έχουν αδικήσει ανθρώπους. Πόσο μάλλον να κλέβεις, να τυραννάς, να βγάζεις προγράμματα για μαζικούς σκοτωμούς και άλλες τέτοιες φρικαλεότητες.

Ένα άλλο παραφρονητικό που δημιουργούν οι εδώ κρατούντες είναι οι μολύνσεις της φύσης. Έτσι, από την ώρα που γεννιέται ένα μωρό, τρώει πολλές μολυσμένες τροφές. Και σας το λέγω, η τιμωρία που θα λάβουν αυτοί θα είναι χειρότερη από την τιμωρία που έλαβε ο Ηρώδης με τις παιδοκτονίες που είχε κάνει τότε!

Γι’ αυτό, καλό θα είναι ο άνθρωπος να σκέφτεται ότι εδώ στην Γη βρίσκεται σε έναν χώρο του Ενδιάμεσου σύμπαντος, όπου θα πρέπει να φροντίσει να αμυνθεί, να πολεμήσει, να προστατευτεί και να προχωρήσει. Έτσι θα πρέπει να βλέπει ένας νέος το πέρασμά του από εδώ. Θα πρέπει να βάζει στόχους, ώστε να νικήσει. Που σημαίνει, θα πρέπει να κατακτήσει γνωσιολογικά τον χώρο. Η νίκη δεν έρχεται μόνο με το να αποκτήσεις αγαθά. Αυτά είναι άλλο πράγμα, ανήκουν σε χαμηλότερες νομικές τάξεις. Εκείνο που έχει σημασία είναι το πώς να κρατηθείς κοινωνικότατος απέναντι στον εαυτό σου και, κατ’ επέκτασιν, απέναντι σε όλους τους ανθρώπους. Και για να το καταφέρεις θα πρέπει να γνωρίσεις τον εδώ χώρο. Αν δεν μάθεις πώς είναι ο χώρος αυτός, γιατί είναι έτσι, τι κάνουν και τι πρέπει να κάνεις εσύ για να ξεπεράσεις τα εδώ, τότε το χώρο δεν τον γνώρισες ποτέ. Και τότε αυτός σε δεσμεύει και σε κάνει υπόδουλό του…